Ωραία είναι εκεί, στο νησιώτικο ξωκλήσι του Αγίου Φανουρίου, με την αυλή. Την πήγαινε η μητέρα της σε αυτόν τον ευλογημένο τόπο, όταν ήταν παιδί, με τα άλλα της αδέρφια, καθώς έμεναν κοντά.
Παραμονή κι ανήμερα της εορτής του Αγίου Φανουρίου, βλέπεις πίτες να προσφέρουν οι πιστοί για να αιτηθούν ή να ευχαριστήσουν. Οι ιερείς μέσα στη ζέστη διαβάζουν ασταμάτητα τις πίτες, που έχουν φέρει οι προσκυνητές από διάφορα μέρη της Αττικής.
Σε αυτή την συνοικία της Αθήνας, η οποία πήρε το όνομά της από τον Τηνιακό ζωγράφο Νικόλαο Γύζη, έζησε και μεγάλωσε μέχρι τις αρχές των εφηβικών της χρόνων. Το Δημοτικό Σχολείο ήταν σιμά. Έφευγε το πρωί από το σπίτι. Κατέβαινε τον δρόμο. Αντάμωναν με την συμμαθήτρια, η οποία έμενε δυο στενά παρακάτω. Τα δυο κορίτσια κατέβαιναν τον δρόμο και συναντούσαν την συμμαθήτρια, η οποία έμενε τρία στενά πιο κάτω. Πήγαιναν κι οι τρεις στο Σχολείο, το οποίο είναι απέναντι από τον ναό του Αγίου Ελευθερίου. Οι αποστάσεις ήταν μικρές. Αργότερα, που το Σχολείο στεγάστηκε σε άλλο κτήριο, και πάλι δίπλα ήταν, στον πλαϊνό κάθετο δρόμο από όπου βρίσκεται το κτήριο του παλιού Σχολείου. Τότε, οι γονείς άφηναν τα παιδιά να πηγαίνουν μόνα τους στο Σχολείο. Ξέγνοιαστα κι ανέμελα ήταν εκείνα τα χρόνια.
Μικρά έπαιζαν στο Πεδίον του Άρεως, στο δρόμο και τις γειτονιές. Έπαιζαν αλυσίδες όλοι οι συμμαθητές της Τάξης στην αυλή του Σχολείου.
Οι συγγενείς έμεναν κοντά. Τότε η γειτονιά στο κέντρο της πρωτεύουσας, οι κάτοικοι μιας πολυκατοικίας, ήταν μια οικογένεια. Η γειτόνισσα στον από πάνω όροφο, σε φίλευε καλούδια κι αγαθά. Άλλα χρόνια ήταν τότε. Υπήρχε αγάπη, ανθρωπιά κι έγνοια για τον διπλανό.
Ήταν μια όμορφη γειτονιά στην καρδιά της πόλης. Αρκετοί είχαν έρθει στην Αθήνα από την επαρχία και τα χωριά τους. Η αστυφιλία προσδοκούσε την ανεύρεση εργασίας και την καλύτερη ζωή. Οι άνθρωποι έπαιρναν μαζί τους ως κληρονομιά τις καλές τους συνήθειες και τις εναρμόνιζαν στον τρόπο ζωής των μεγάλων αστικών κέντρων.
Σύνταξη: Α. Τ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου